σηλία

σηλία
σηλίᾱ , σηλία
fem nom/voc/acc dual
σηλίᾱ , σηλία
fem nom/voc sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • σήλια — τὰ, Α (κατά τον Ησύχ.) α) «τὰ μικρὰ πιθάρια» β) «σκεῡος ἀρτοποιητικόν». [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. sēria «αγγείο, σκεύος»] …   Dictionary of Greek

  • σηλία — ἡ, Α (δωρ. τ.) βλ. τηλία …   Dictionary of Greek

  • σηλίαν — σηλίᾱν , σηλία fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τηλία — η, ΝΑ, και δωρ. τ. σηλία και σαλία, Α νεοελλ. πάγκος, τεζάκι υπαίθριου μικροπωλητή αρχ. 1. τραπεζάκι ή σανίδα με περιφέρεια που προεξέχει ώστε να μην πέφτουν το αλεύρι ή τα ζυμαρικά 2. τραπέζι για να παίζουν κύβους, ζάρια 3. τραπέζι ή μικρή… …   Dictionary of Greek

  • Liste des prénoms grecs — Sommaire 1 Origine des prénoms grecs 2 Attribution des prénoms 3 Fêtes 4 Transcription et translittération …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”